βαθυξυλος

βαθυξυλος
    βαθύξυλος
    βαθύ-ξῠλος
    2
    густо поросший деревьями, густой
    

(ὕλης φόβη Eur.; δρυμοί Arst.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "βαθυξυλος" в других словарях:

  • βαθύξυλος — βαθύξυλος, ον (Α) 1. (για περιοχή) με πυκνά δέντρο 2. (για φωτιά) από μεγάλο σωρό ξύλων …   Dictionary of Greek

  • βαθυξύλοις — βαθύξυλος with deep wood masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βαθυξύλῳ — βαθύξυλος with deep wood masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βαθύ- — [ΕΤΥΜΟΛ. < βαθύς. Ο τ. χρησιμεύει ως α συνθετικό πολλών λέξεων της αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής και δηλώνει: 1. αυτόν που έχει βάθος πρβλ. βαθύκολπος, βαθύπεδος, βαθύρριζος αρχ. βαθυαγκής, βαθύγαιος, βαθυδινήεις, βαθυκύμων,… …   Dictionary of Greek

  • ԽՏԱԾԱՌ — ( ) NBH 1 0989 Chronological Sequence: 6c Տ. ՏՆԿԱԽԻՏ. βαθύξυλος densus arboribus. *Երկիր ճոխացեալ ... խտածառ անտառովք. Արիստ. աշխ …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • βαθυξύλωι — βαθυξύλῳ , βαθύξυλος with deep wood masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»